Πρέπει να ρωτήσουμε τους νεκρούς: Το έργο ενός ιστορικού. Ομιλία της Καθηγήτριας Katherine Elizabeth Fleming | Ινστιτούτο Διεθνών, Ευρωπαϊκών & Αμυντικών Αναλύσεων

Πρέπει να ρωτήσουμε τους νεκρούς: Το έργο ενός ιστορικού. Ομιλία της Καθηγήτριας Katherine Elizabeth Fleming

Νέα & Ανακοινώσεις | 21/03/2017


Κυρίες και Κύριοι, Αγαπητοί διοργανωτές,

Είναι μεγάλη τιμή να βρίσκομαι εδώ σήμερα.

Αν και σήμερα είναι 15 Μαρτίου, μια κακή ημέρα στην ιστορία της Δύσης.

Είναι οι περίφημοι «Ειδοί του Μαρτίου.» Η μέρα που ο Ιούλιος Καίσαρας δολοφονήθηκε από μία ομάδα 62 Γερουσιαστών που συνωμότησαν εναντίον του. Το 44 π.Χ. στις 15 Μαρτίου, ο Καίσαρας έφτασε σε μία τελετή σαν τη σημερινή, προκειμένου να βραβευτεί, όπως ακριβώς βρίσκομαι και εγώ εδώ σήμερα. Ένας οιωνοσκόπος είχε προειδοποιήσει τον Καίσαρα να προσέχει αυτή την ημερομηνία. Όπως είπε ο Σαίξπηρ «Beware the Ides of March.»  Όπως είπε την ιστορία ο Σαίξπηρ, όταν ο Καίσαρας μπήκε στην αίθουσα, είδε τον οιωνοσκόπο και είπε: «The Ides of March are come.» Με αυτό εννοούσε: Κοίτα, είναι 15 Μαρτίου και είμαι ακόμα καλά! Η δυσοίωνη απάντηση του οιωνοσκόπου ήταν «Aye, Caesar, but not gone.»  Η μέρα δεν είχε περάσει ακόμα. Πράγματι, λίγα λεπτά αργότερα, ο Καίσαρας μαχαιρώθηκε θανάσιμα από τους συναδέλφους του.

Το γεγονός αυτό άλλαξε την πορεία της Ρώμης. Αυτό ήταν φανερό ακόμα και στους παρευρισκόμενους Γερουσιαστές.

Διδάσκουμε τους φοιτητές ιστορία με έναν τρόπο που δείχνει ότι όλες οι ιστορικές αλλαγές είναι τόσο ξαφνικές, φανερές και απότομες. Μιλώντας για τις αρχές του εικοστού αιώνα, θα μπορούσαμε να πούμε «Η Εποχή των Αυτοκρατοριών Τελείωσε, και η Εποχή των Εθνών άρχισε». Αλλά στην πραγματικότητα αυτή η διαδικασία πήρε πάνω από εκατό χρόνια. Δεν κατάλαβαν όλοι αυτοί που έζησαν τότε ότι γίνονταν μάρτυρες μιας δραματικής αλλαγής. Συνήθως αυτό το βλέπουμε εκ των υστέρων. Αλλά κάποια γεγονότα, ακόμα και μέσα στην στιγμή που συμβαίνουν, είναι φανερό πως είναι στιγμές ιστορικών αλλαγών. Η δολοφονία του Καίσαρα ήταν ένα τέτοιο γεγονός. Στη δική μου την ζωή, η πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Η 11η Σεπτεμβρίου. Πιο πρόσφατα γεγονότα μπορεί επίσης να ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.  Οι πρόσφατες εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες; Μπορεί να έχουν τέτοιο αντίκτυπο στις ΗΠΑ – και στον κόσμο- παρόμοιο με το αντίκτυπο που είχε στη Ρώμη η δολοφονία του Καίσαρα.

Αλλά δεν θέλω να μιλήσω σήμερα για ιστορία, αλλά για τον ιστορικό. Πολλοί φοιτητές εσφαλμένα πιστεύουν πως οι ιστορικοί είναι άνθρωποι που «ξέρουν πολλά γεγονότα.» Αυτό θα σήμαινε ότι το Google είναι ο μεγαλύτερος ιστορικός όλων των εποχών. Όχι. Αυτό που κάνουν οι ιστορικοί είναι να αφηγούνται και να διατυπώνουν θεωρίες. Τοποθετούν τα γεγονότα σε κάποιο γενικό πλαίσιο. Τα ερμηνεύουν. Και υπερασπίζονται τα γεγονότα. Διαχωρίζουν την αλήθεια από τον μύθο. Ο λόγος που ο Ηρόδοτος ονομάστηκε «Πατέρας της Ιστορίας» είναι γιατί ήταν ο πρώτος που το έκανε. Ο Ηρόδοτος απελευθέρωσε την ιστορία από τον μύθο. Στα χέρια του, το ιστορικό παρελθόν και το μυθικό παρελθόν έγιναν για πρώτη φορά δύο διαφορετικά πράγματα.

Η πρώτη φορά που σκέφτηκα βαθιά για την ιστορία ήταν όταν διάβασα τις ιστορικές αναφορές στα «Ευαγγελικά.» Το Νοέμβριο του 1901, μεγάλες διαδηλώσεις έλαβαν χώρα στους δρόμους της κεντρικής Αθήνας.  Πάνω από 40.000 άνθρωποι συμμετείχαν. Οκτώ άνθρωποι σκοτώθηκαν όταν οι αστυνομικοί πυροβόλησαν τα πλήθη σε μια προσπάθειά τους να τα διασκορπίσουν. Αυτά είναι τα γεγονότα. Οι διαδηλωτές ήταν εξοργισμένοι με τον τύπο, με την κυβέρνηση και με την Εκκλησία της Ελλάδας. Αυτή είναι η αφήγηση.

Τι φορούσαν οι διαδηλωτές; Γιατί ήταν τόσο θυμωμένοι; Και κυρίως, ποιες ήταν οι αληθινές αιτίες της διαδήλωσης; Δεν «ανακάλυψα» τις διαδηλώσεις. Είναι ένα πολύ γνωστό γεγονός στην σύγχρονη Ελληνική ιστορία. Αλλά ως ιστορικός, θα μπορούσα να αναθεωρήσω τη σημασία τους.

Τι θα έκανε εμένα ως φοιτήτρια τόσο παθιασμένη και θυμωμένη; Όταν ήμουν προπτυχιακή φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, είχα συμμετάσχει στο κίνημα απόσυρσης των επενδύσεων και στις διαμαρτυρίες κατά του Απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής. Αλλά είχαμε το γνώθι σαυτόν ως διαδηλωτές. Κάτσαμε στα σκαλιά της βιβλιοθήκης όταν έδυε ο ήλιος και τρώγαμε πίτσα και παίζαμε κιθάρα. Σαν να παίζαμε σε θεατρικό έργο ή να υποδυόμασταν διαδηλωτές που είχαμε δει στις ταινίες. Διαδηλώσεις κατά του πολέμου στο Βιετνάμ στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ευρωπαϊκές διαδηλώσεις το 1968.

Αυτοί οι Έλληνες διαδηλωτές, όμως, το 1901. Φαντάστηκα ότι θα ήταν αληθινοί: όχι πίτσα, όχι κιθάρες. Φαίνονταν αυθεντικοί.

Αλλά αναρωτιέμαι, ήταν;

Ο Μιρτσέα Ελιάντε (Μircea Eliade) ήταν ένας Ρουμάνος φιλόσοφος που δημιούργησε το πρόγραμμα της Ιστορίας των Θρησκειών στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο. Ήταν ένας από τους πολλούς διανοούμενους που έχουν επεξεργαστεί το πρόβλημα της αντίληψης της ιστορίας. Παρατήρησε ότι, φαινομενικά σε όλες τις κουλτούρες, στα πράγματα που είναι παλιά δίνεται μεγαλύτερη αξία και βάρος από τα πράγματα που είναι πιο νέα.

Σας ρωτώ, οι Έλληνες διαδηλωτές του 1901 μου φαινόνταν περισσότερο αυθεντικοί απλά επειδή ήταν ιστορικοί πρωταγωνιστές; Πώς θα μπορούσα να ξέρω τι ήταν ή πώς ένοιωθαν; Είχα πρόβλημα αντίληψης της ιστορίας. Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ αντίληψη – ο τρόπος που συνέλαβα το 1997 ένα γεγονός του 1901- δεν ήταν απλά ένας τρόπος να κοιτάζω τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους. Μορφοποίησε τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές.

Αυτή είναι μια από τις πιο συγκλονιστικές δυνάμεις που έχει στα χέρια της η ιστορικός. Μπορώ να κάτσω στον υπολογιστή μου και να γράψω μία πρόταση. Η πρόταση μετά θα τυπωθεί και θα δημοσιευθεί σε ένα βιβλίο από έναν αξιόπιστο εκδοτικό οίκο. Μπορεί να γράψω «Για τρεις μέρες, από τις 5 έως τις 8 Νοεμβρίου του 1901, μεγάλες διαδηλώσεις έλαβαν χώρα στους δρόμους της κεντρικής Αθήνας… Οι διαδηλωτές ήταν εξοργισμένοι, έξαλλοι.». Αλλά μετά μπορεί να αναθεωρήσω, και να πατήσω το κουμπί της διαγραφής, και να σβήσω το «εξοργισμένοι, έξαλλοι». Και να πιώ μια γουλιά καφέ – ή, παλιά τις καλές μέρες του 1997, να καπνίσω ένα τσιγάρο—και αντί αυτού θα γράψω «κυνικοί και πικραμένοι.». «Ήταν κυνικοί και πικραμένοι.» Μπορεί να αναθεωρήσω πάλι και να γράψω «χαρούμενοι και άγριοι.». Και ξέρετε κάτι; Όπως και να έχει, ΘΑ ΕΚΤΥΠΩΘΕΙ. Ο κόσμος που θα το διαβάσει δε μπορεί να ελέγξει και να πει «Όχι, Λάθος, δεν ήταν πικραμένοι. Ήταν χαρούμενοι.» Εδώ τη στιγμή της ιστορικής ερμηνείας, εγώ αποφασίζω. Το να ξέρω αν κάτι συνέβη το 1901 ή το 1902- αυτό ΕΙΝΑΙ γεγονός. Αλλά είναι πολύ βασικό. Αυτή είναι η δουλειά του καλού ιστορικού- να αποφασίζει με υπευθυνότητα τις λεπτές διαφορές, τις συνδέσεις, το γενικό πλαίσιο. Να συνδέει τα γεγονότα για να φτιάξει μια πιθανή και «ακριβή» αφήγηση.

To μυθιστόρημα του Τζορτζ Όργουελ (George Orwell) 1984 εκδόθηκε το 1949. Ο πρωταγωνιστής του, Γουίνστον Σμιθ (Winston Smith), είναι ένας αντί-ιστορικός. Η δουλειά του είναι να ξαναγράφει παλιές ειδήσεις και βιβλία ιστορικά έτσι ώστε το ιστορικό αρχείο να υποστηρίζει την ιδεολογία της ημέρας. Η δουλειά του είναι να μη λαμβάνει υπόψη του τα γεγονότα. Και να δημιουργεί μόνο ΜΙΑ ιστορική αφήγηση- την αφήγηση του δικού του συστήματος. Ο Σμιθ είναι ένας πιστός εργαζόμενος. Αλλά η έκθεσή του στο αληθινό παρελθόν αρχίζει να τον συναρπάζει. Το ίδιο κάνει και η έκθεσή του σε διαφορετικές αφηγήσεις από αυτή που έχει να γράψει για το «Big Brother.»  Παθαίνει εμμονή, ως καλός ιστορικός, με την ιδέα ενός πολύπλοκου παρελθόντος. Ως ιστορικός, θέλει να λάβει υπόψη του νέες αφηγήσεις. Αλλά ως το τέλος του βιβλίου, το σύστημά έχει κάνει στον Γουίνστον Σμιθ πλήρη πλύση εγκεφάλου. Έχει βασανιστεί και επαναπρογραμματιστεί. Έχει πιστέψει ότι οι «αναμνήσεις» του από ένα «αληθινό παρελθόν» είναι στην πραγματικότητα ψέματα.

Πιστεύουμε ότι αυτό είναι ένα βιβλίο για τον ολοκληρωτισμό. Αλλά είναι επίσης και μια καταπληκτική αντανάκλαση της ιστορίας. Αν δεν επιτρέψουμε να ανθίσουν πολλές αφηγήσεις, η ιστορία πεθαίνει. Και αν πιστέψουμε ότι τα γεγονότα μπορούν να αλλάξουν, η ιστορία πεθαίνει. Αυτά είναι τα βασικά του επαγγέλματος του ιστορικού: πίστη στα γεγονότα. Και ανοιχτό μυαλό προς τις αφηγήσεις.

Στις 27 Ιανουαρίου- πριν έξι εβδομάδες – το βιβλίο του Όργουελ ήταν το πρώτο βιβλίο σε πωλήσεις στο Amazon.com. Γιατί; Επειδή η Σύμβουλος του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Κέλυαν Κόνγουεϊ (Kellyanne Conway), εμφανίστηκε λίγες μέρες νωρίτερα στην τηλεοπτική εκπομπή «Συναντήστε τον Τύπο.» Πολύ αμήχανα- το λέω αυτό ως Αμερικανίδα- ο Ντόναλντ Τραμπ πέρασε τις πρώτες μέρες της προεδρίας του διαφωνώντας με τους New York Times σχετικά με το πόσο κόσμο είχε στην ορκωμοσία του. Δορυφορικές φωτογραφίες, αρχεία του μετρό, το National Park Service και οι New York Times έλεγαν πως ο κόσμος στον Ομπάμα ήταν πολύ περισσότερος. Η Γραμματέας Τύπου του Λευκού Οίκου ισχυρίστηκε ότι ο κόσμος στον Trump ήταν περισσότερος. (Λυπάμαι αν αυτό ακούγεται ανώριμο. Είναι επειδή όντως είναι.) Ρωτήθηκε γιατί ο Trump επέμενε για κάτι που ήταν “a provable falsehood.” Που σημαίνει: γιατί να ισχυρίζεσαι κάτι που προφανώς μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι ψέμα; Η Κόνγουεϊ είπε, “Don’t be so overly dramatic about it… You’re saying it’s a falsehood, and … our press secretary…gave alternative facts to that.”   O δημοσιογράφος απάντησε λέγοντας “Look, alternative facts are not facts.  They’re falsehoods.”

Η φράση “Alternative facts” δεν επινοήθηκε από τον Όργουελ. Αλλά θα μπορούσε. Έκανε τόση εντύπωση στους ανθρώπους το πόσο φαινόταν πως αυτή η φράση είναι του Όργουελ, που όλοι έσπευσαν να αγοράσουν αντίγραφα του 1984.  Αυτά δεν είναι καλά νέα για κανέναν. Εκτός, ίσως, για τις εκδόσεις Penguin Publishers, που μόλις τύπωσαν 75.000 νέα αντίτυπα.

Είμαστε σε μία εποχή που ο κόσμος του ιστορικού είναι τελείως αλλαγμένος. Τώρα, υπάρχει ΜΙΑ αφήγηση και τα γεγονότα είναι ΠΟΛΛΑ.

Στο βιβλίο του Όργουελ, υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπου που ονομάζεται “unperson.” Ο unperson είναι κάποιος που δεν υπάρχει πια γιατί έχει αφαιρεθεί από το ιστορικό αρχείο. Όπως το λέει ο Όργουελ, έχει/είναι “vaporized.”  Οι φωτογραφίες τους έχουν σβησθεί από παντού. Δεν υπάρχουν πουθενά στις ιστορίες και τα νέα άρθρα. Να μιλάμε για την ύπαρξη αυτών των ανθρώπων είναι “thoughtcrime.”  Το να τους “θυμόμαστε” είναι σα να έχουμε παραισθήσεις, να φανταζόμαστε.

Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα στην πραγματική ζωή- o Λέων Τρότσκι (Leon Trotsky), για παράδειγμα, ήταν στην ουσία ένας μη άνθρωπος στη Σοβιετική Ένωση έως τη δεκαετία του 1980.

Αλλά… αν κάποιος υπήρχε, και εμείς λέμε ότι δεν υπήρξε, αυτό είναι ένα “alternative fact.”  Αυτό είναι ψέμα.

Επιτρέψτε μου να πω και κάτι ακόμα για τις 27 Ιανουαρίου. Τη μέρα που το βιβλίο του Όργουελ ήταν πρώτο στη λίστα με τις περισσότερες πωλήσεις, ήταν η Διεθνής Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος.  Είναι η μέρα που υπάρχει έτσι ώστε να μη γίνουν “unpersons” οι δολοφονημένοι Εβραίοι της Ευρώπης, οι ομοφυλόφιλοι, οι Ρομά, οι ανάπηροι, οι κομμουνιστές, οι σοσιαλιστές και οι υπόλοιποι ανεπιθύμητοι. Κάθε μέρα μνήμης που έχουμε για τους νεκρούς μας είναι μια μάχη ενάντια στη δική τους unpersonhood.  Οι μέρες μνήμης είναι μάχες υπέρ της ιστορίας.

Είδα με τα ίδια μου τα μάτια την 11η Σεπτεμβρίου. Είδα το δεύτερο αεροπλάνο να πετάει προς τον Νότιο Πύργο στις 9:03 π.μ. στις 11 Σεπτεμβρίου 2001. Είδα τον Νότιο Πύργο να καταρρέει στις 9:59 π.μ.

Έχω κι εγώ ανθρώπους που μου λένε κατά πρόσωπο: η 11η Σεπτεμβρίου δε συνέβη.

Οι μέρες μνήμης είναι μάχες εναντίον των “alternative facts.”   Το ίδιο και οι ιστορικοί.

Είναι πιο εύκολο να έχεις μόνο μία αφήγηση απ’το να αντιμετωπίσεις την πολυπλοκότητα. Αλλά οι εθνικιστικές ιστορίες, όπως του Όργουελ, είναι ένα ψέμα.

Είναι ευκολότερο να πιστέψεις ότι τα άσχημα γεγονότα είναι ψευδή από ότι είναι να τα αντιμετωπίσεις.

Αλλά υπάρχει ένα τεράστιο τίμημα – ηθικό και ιστορικό- που πληρώνεις όταν ξεχνάς. Όπως ο σπουδαίος ποιητής- ο δικός σας σπουδαίος ποιητής- Γιώργος Σεφέρης ρώτησε:  «ποιος θα μας λογαριάσει την απόφαση της λησμονιάς;» Ο Σεφέρης ήταν εξαιρετικός αφηγητής ιστοριών. Δημιουργούσε την αφήγηση. Αλλά ήταν και μεγάλος υποστηρικτής της αλήθειας και της ιστορίας.

Ο Ιούλιος Καίσαρας μετά το θάνατό του αποτεφρώθηκε. Ένας Ναός χτίσθηκε πάνω από τις στάχτες του για να τον θυμούνται. Το μόνο που έχει μείνει σήμερα είναι η αγία τράπεζα. Είναι μέσα στη Ρωμαϊκή Αγορά και η είσοδος κοστίζει 12 ευρώ.

Γιατί ακόμα πληρώνουμε για να δούμε την αγία τράπεζα; Γιατί σήμερα θυμόμαστε ακόμα ανθρώπους που έχουν πεθάνει καιρό;

Επειδή μόνο αν εξετάζουμε το παρελθόν μπορούμε να προοδεύουμε. Και μόνο αν θυμόμαστε τους νεκρούς μπορούμε να προχωράμε μπροστά.

Και κλείνω και πάλι με τα λόγια του αγαπημένου μας ποιητή.

«είναι βαρύ και δύσκολο, δε μου φτάνουν οι ζωντανοί.

Πρώτα γιατί δε μιλούν και ύστερα

γιατί πρέπει να ρωτήσω τους νεκρούς

για να μπορέσω να προχωρήσω παρακάτω.»

Να προχωρήσουμε παρακάτω.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

H Καθηγήτρια Katherine Elizabeth Fleming έκανε την παραπάνω ομιλία κατά την αναγόρευση της σε επίτιμη διδάκτορα του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στις 15 Μαρτίου 2017 στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας